• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
at stake adv (at risk)διακυβεύεται ρ αμ
  (καθομιλουμένη, μεταφορικά)παίζεται ρ αμ
 You need to make sure you do the job correctly because your professional reputation is at stake!
 Αυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Διακυβεύεται το μέλλον σου οπότε πρέπει να πάρεις τη σωστή απόφαση.
 Πρέπει να εξασφαλίσεις ότι θα κάνεις σωστά τη δουλειά γιατί παίζεται η επαγγελματική σου φήμη!
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
put [sth] at stake v expr (risk)διακινδυνεύω, ρισκάρω ρ μ
 It was a large amount of money to put at stake but he was willing to take the risk.
 Επρόκειτο να διακινδυνεύσει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό όμως ήταν αποφσισμένος να το ρισκάρει.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'at stake' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση at stake στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «at stake».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!